Η κριτική θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη φιλοσοφικά ρεύματα του 20ου αι. Η πρωτοτυπία του στοχασμού των εκπροσώπων της συνίσταται μεταξύ άλλων στη συνάντηση που πραγματοποιείται στη σκέψη τους μεταξύ καίριων προβληματισμών της πρακτικής φιλοσοφίας(και ειδικότερα της πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας) με το φιλοσοφικό στοχασμό περί της ιστορικής φύσης της νεωτερικότητας, τόσο στις διαστάσεις που αφορούν τις κυριαρχικές πολιτικές-κοινωνικές δομές και τη μεταστροφή των διαφωτιστικών προταγμάτων του Λόγου εντός τους, όσο και στην ιδιαίτερη θέση που κατέχει η δυνατότητα της έλλογης πράξης στη νεωτερικότητα ως αντιστασιακή διάσταση απέναντι σε αυτές τις δομές. Από την άλλη μεριά, οφείλουμε να σταθούμε και στη δυνατότητα μεταστροφής της καθημερινής πρακτικής σε τεχνολογία κοινωνικής καταπίεσης και αλλοτρίωσης του Λόγου μέσω της πολιτισμικής βιομηχανίας. Επιπλέον, η γονιμότητα του στοχασμού της κριτικής θεωρίας εκδηλώνεται πολλαπλώς και στις ευρύτερες επιρροές που προκάλεσε στην κριτική σκέψη, με το μάθημα να επικεντρώνεται στην όσμωση του προβληματισμού της κριτικής θεωρίας με τα ριζοσπαστικά γαλλικά ρεύματα σκέψης, όπως κυρίως προέκυψαν μετά τα κινήματα της δεκαετίας του ΄60, στοιχεία όσμωσης που εμφανίστηκαν κυρίως στην πρακτική φιλοσοφία της δεύτερης γενιάς της σχολής (Χάμπερμας, Χόννετ), και πρωτίστως στον πρακτικό προβληματισμό τους περί της δημοκρατικής συμμετοχής. Γενικός στόχος του μαθήματος είναι λοιπόν η εξοικείωση των φοιτητών με τον πολιτικό και κοινωνικό στοχασμό της Σχολής της Φρανκφούρτης, αλλά και με τις ευρύτερες συνέπειές του.
Γενική Περιγραφή